ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ: ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Απόσπασμα από το κείμενο «Η Δυνατότητα Μιας Αυτόνομης Κοινωνίας: Το Ζήτημα της Δημοκρατίας», που αποτελεί το περιεχόμενο διάλεξης που δόθηκε στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες τον Σεπτέμβριο του 1993, και που περιλαμβάνεται στο τόμο Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΜΙΑΣ ΑΥΤΟΝΟΜΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (ΕΚΔ. ΣΤΑΣΕΙ ΕΚΠΙΠΤΟΝΤΕΣ, 2012) . Μετάφραση Μιχάλης Τσούτσιας

Είμαι πολύ χαρούμενος και πολύ συγκινημένος που βρίσκομαι σήμερα εδώ. θέλω να ευχαριστήσω το Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες, που μου απονέμει τον τίτλο του επίτιμου Διδάκτορα. Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως την επιθεώρηση Zona Erógena και τον αγαπητό μου φίλο Φερνάντο Ουριμπάρι για την οργάνωση αυτής της πρώτης μου επίσκεψης στο Μπουένος Άιρες. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω όλους εσάς που ήρθατε, και που εκδηλώσατε ενδιαφέρον όχι μόνο για να έρθετε, αλλά και για το ζήτημα της δημοκρατίας, ζήτημα αποφασιστικής σημασίας για όλους εμάς.
Καπιταλισμός και ελευθερία
Θα ήθελα να ξεκινήσω με μια σύντομη ανασκόπηση. Πριν από 4 χρόνια, κι ύστερα από μια πολύχρονη, τερατώδη και άνευ προηγουμένου τυραννία – εκμετάλλευσης του λαού, στραγγαλισμού του πνεύματος – το ολοκληρωτικό καθεστώς στις ανατολικές χώρες άρχισε να αποσυντίθεται. Εκείνη την περίοδο, οι δημοσιογράφοι, οι πολιτικοί και κάποιοι δυτικοί διανοούμενοι άρχισαν να διακηρύσσουν τον θρίαμβο του καπιταλισμού και της δυτικού τύπου «δημοκρατίας». Τέσσερα χρόνια μετά, μπορούμε να αναρωτηθούμε πού βρισκόμαστε σχετικά με τον θρίαμβο της δημοκρατίας και του καπιταλισμού δυτικού τύπου. Η απάντηση δεν είναι δύσκολη. Στις πλούσιες χώρες συναντούμε ύφεση και ανεργία· υπάρχει μια φθορά άνευ προηγουμένου στο πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς. Σε παγκόσμια κλίμακα δεν υπάρχει νέα παγκόσμια τάξη, παρά νέα αταξία. Επικρατεί μια εκρηκτική κατάσταση.
Στα Βαλκάνια συντελείται μια φυλετική γενοκτονία, που κινδυνεύει να επεκταθεί σε όλη την επικράτεια της πρώην Σοβιετικής Ένωσης η εξαθλίωση των φτωχών χωρών του τρίτου κόσμου δεν έχει μειωθεί· η καταστροφή του περιβάλλοντος συνεχίζεται. Και θα μπορούμε έτσι να συνεχίσουμε επί μακρόν με την λίστα των δεινών που συνθέτουν το τρέχον παγκόσμιο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό τοπίο, μετά τον «θρίαμβο» του καπιταλισμού και της δημοκρατίας δυτικού τύπου.
Καταρχήν πρέπει να αναρωτηθούμε τι είναι αυτή η περίφημη δημοκρατία δυτικού τύπου. Νομίζω, από την πλευρά μου, ότι το να μιλάμε περί δημοκρατίας σε αυτές τις περιπτώσεις, αποτελεί μέρος της τεράστιας ιδεολογικής οπισθοχώρησης και της ιστορικής αμνησίας που χαρακτηρίζουν την εποχή μας και που εκφράζεται επίσης στο επίπεδο της διανόησης, στον πολιτικό στοχασμό, στην φιλοσοφία, αλλά και στην οικονομία. Η λέξη δημοκρατία είναι απλή όσον αφορά την έννοια και την κύρια επιδίωξή της. Οι Έλληνες επινόησαν αυτόν τον όρο την ίδια εποχή που επινοούσαν «το πράγμα», την πραγματικότητα στην οποία αντιστοιχούσε. Δημοκρατία: τίποτε περισσότερο αλλά και τίποτε λιγότερο από την εξουσία του λαού. Δεν υπάρχει χώρος για φιλοσοφικά ή ερμηνευτικά παιχνίδια, Η δημοκρατία είναι η εξουσία του λαού. (Χειροκροτήματα).
Επομένως είναι επαίσχυντη υποκρισία να λέμε σήμερα ότι υπάρχει κάποια χώρα ο’ αυτόν τον πλανήτη όπου ο λαός έχει την εξουσία.
Ας εξετάσουμε τα πολιτικά καθεστώτα των δυτικών χωρών. Εάν κοιτάξουμε, όχι τις συνταγματικές διατάξεις κατά γράμμα, αλλά την πραγματική λειτουργία των πολιτικών κοινωνιών, επιβεβαιώνεται αμέσως ότι πρόκειται για καθεστώτα φιλελεύθερων ολιγαρχιών. Κανείς πολιτικός φιλόσοφος του παρελθόντος, άξιος να αποκαλείται έτσι, δεν θα διανοείτο ποτέ να ονομάσει αυτά τα συστήματα «δημοκρατία». Αμέσως θα είχε εντοπίσει ότι υπάρχει σε αυτά μια ολιγαρχία υποχρεωμένη να δεχθεί κάποια όρια στην εξουσία της, αφήνοντας μερικές ελευθερίες στον πολίτη.
Ποιοι είναι όμως οι φορείς αυτών των πολιτικών ολιγαρχιών; Προφανέστατα, η γραφειοκρατία των πολιτικών κομμάτων, η κορυφή του μηχανισμού του Κράτους, οι οικονομικοί ηγέτες κι οι μεγαλοϊδιοκτήτες, το management των μεγάλων εταιριών κι, όλο και περισσότερο, οι επικεφαλής των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Είναι ξεκάθαρο πως αυτές Οι κατηγορίες έχουν πολύ στενές διασυνδέσεις μεταξύ τους είναι επίσης ξεκάθαρο ότι για να συμμετέχεις σε αυτά τα στρώματα, δεν είναι απαραίτητη, ούτε όμως επαρκής προϋπόθεση, η κατοχή κεφαλαίων με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Δηλαδή, δεν πρόκειται για τον κλασικό καπιταλισμό, έχει αρχίσει να αλλάζει κι αυτός. Ζούμε σε ένα σύστημα γραφειοκρατικού καπιταλισμού με πολιτικά καθεστώτα -στην πλειονότητα τους και στην «καλύτερη» των περιπτώσεων- φιλελεύθερων ολιγαρχιών.
Θα αναφέρω για παράδειγμα μια χώρα την οποία γνωρίζω καλά, μιας και ζω εκεί: τη Γαλλία. Το ανώτατο όργανο σύμφωνα με το Σύνταγμα είναι το εκλογικό σώμα, το οποίο αποτελείται από σαράντα περίπου εκατομμύρια ανθρώπους. Όμως, ποιος είναι πραγματικά κυρίαρχος; Σαράντα χιλιάδες άνθρωποι, το μέγιστο, και τέσσερις χιλιάδες, το ελάχιστο. Αυτός είναι ο αριθμός των βουλευτών, των μελών των κομμάτων, των μελών του διοικητικού μηχανισμού των κομμάτων, των υψηλά ιστάμενων γραφειοκρατών, των μεγαλοεπιχειρηματιών, κ.λπ. Κκ των πραγμάτων, αυτά Τα άτομα δεν μετακινούνται από τη βάση τους και στο μέτρο που αυτά τα στρώματα ανανεώνονται, το κάνουν εκ των έσω.
Τότε λοιπόν μας διηγούνται το παραμύθι ότι αυτό είναι δημοκρατία… αντιπροσωπευτική. Υπάρχει συνεπώς ένα κοινοβούλιο που ψηφίζει τους νόμους.
Το ότι το πιστεύουμε όμως αυτό είναι επίσης ένας από τους δείκτες της σύγχυσης ή της ιδεολογικής οπισθοχώρησης. Ακόμα και ο κοινός νους γνώριζε ι ότι, από την στιγμή που κάποιος εκλέγει άτομα για μια πενταετία, είναι αναπόφευκτο αυτά τα άτομα να μην έχουν παρά μία και μόνη έγνοια: Να επανεκλεγούν. (Χειροκροτήματα). Πριν από δύο αιώνες ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, ασκώντας ακριβώς κριτική στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, έγραφε στο Κοινωνικό Συμβόλαιο ότι «οι Άγγλοι πιστεύουν πως είναι ελεύθεροι, αλλά στην πραγματικότητα είναι ελεύθεροι μια μόνο μέρα κάβε πέντε χρόνια».
Όμως ο Ρουσσώ έκανε λάθος, γιατί οι Άγγλοι δεν ήταν ελεύθεροι ούτε καν αυτή τη μια μέρα κάθε πέντε χρόνια, αφού οι υποψήφιοι επιλέγονται από την κορυφή του κομματικού μηχανισμού, που μας προτείνει προγράμματα πέραν των οποίων δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επιλογής, καμία εναλλακτική. Με άλλα λόγια, το παιχνίδι είναι στημένο και το ζήτημα περιορίζεται, λίγο έως πολύ, στο να μπορούμε να επιλέξουμε μεταξύ ενός μελαχρινού κι ενός ξανθού βουλευτού.
Υπάρχει κι ένα δεύτερο σημείο. Στις «δημοκρατικές» χώρες γίνεται λόγος (και υποτίθεται ότι ο νόμος το εγγυάται) περί πολιτική ισότητας των πολιτών. Είναι προφανές όμως ότι πολιτική ισότητα δεν μπορεί (να υπάρξει όταν υπάρχει τεράστια οικονομική ανισότητα. Κατά πρώτο λόγο, επειδή ζούμε σε μια κοινωνία της οποίας το επίκεντρο είναι η οικονομία (δεν είναι μοιραίο οι κοινωνίες να είναι έτσι, όμως αυτή έτσι είναι) και κατά συνέπεια η οικονομική εξουσία ως τέτοια είναι η σημαντικότερη των εξουσιών. Και κατά δεύτερα λόγο, γιατί προφανώς η οικονομική εξουσία μεταφράζεται άμεσα σε πολιτική εξουσία. Το βλέπουμε αυτό με άμεσο τρόπο στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης από τους ιδιοκτήτες των μέσων ενημέρωσης.
Ασφαλώς όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι τα καθεστώτα που υπάρχουν σήμερα στις δυτικές χώρες είναι ίδια με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα που υπήρξαν ή που εξακολουθούν να υπάρχουν.
Για παράδειγμα, είναι βέβαιο ότι υπάρχουν ορισμένες ελευθερίες: όπως αυτή που μας επιτρέπει να είμαστε εδώ σήμερα το βράδυ και να ασκούμε κριτική σ’ αυτό το καθεστώς. Κι αυτό δεν είναι μικρό πράγμα. Επίσης υπάρχει μια σχετική ισότητα απέναντι στον νόμο: δεν μπορεί να με καταδικάσει κάποιο δικαστήριο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να παραβιάζει κατάφωρα τα δικαιώματα που μου παρέχει α νόμος. Αν και το πράγμα σταματάει εδώ όταν η υπόθεση που βρίσκεται ενώπιον ταυ δικαστηρίου δεν είναι μια κοινή υπόθεση, αλλά άπτεται της πολιτικής ή των υποθέσεων της κυβέρνησης, οπότε σε αυτήν την περίπτωση η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης μένει μόνο στα χαρτιά.
Υπάρχουν όμως ορισμένες ελευθερίες. Κι αυτές οι ελευθερίες δεν είναι «τυπικές», όπως έλεγε ο μαρξισμός. Είναι μερικές και πάνω από όλα αμυντικές ή αρνητικές. Για να εξηγήσω τη θέση μου περί ελευθερίας, επανέρχομαι στο μεγάλο ερώτημα που απασχολεί την πολίτικη φιλοσοφία εδώ και χιλιετίες: πώς μπορώ να είμαι ελεύθερος, εάν ζώντας αναγκαστικά σε μια κοινωνία υπόκειμαι στους νόμους αυτής της κοινωνίας; Το ερώτημα δεν είναι παράδοξο ούτε μεταφυσικό, είναι ένα ερώτημα που οδήγησε ορισμένους αναρχικούς στοχαστές – αξιοσέβαστους κατά τα άλλα – όπως ο Μαξ Στίρνερ, να πουν ότι δεν μπορεί κανείς να είναι ελεύθερος μέσα σε μια κοινωνία, ή ότι δεν μπορεί να είναι ελεύθερος στον βαθμό που εξακολουθεί να υπάρχει θέσμιση, κλπ. Είναι φανερό ότι αυτό το συμπέρασμα είναι παράλογο, ότι πρέπει να υπάρχει άλλη απάντηση.
Και θεωρώ ότι αυτή η άλλη πιθανή απάντηση είναι πρόδηλη: «Ζω αναγκαστικά σε μια κοινωνία· επομένως, υπόκειμαι αναγκαστικά σε κάποιους νόμους, κι οφείλω να συμμορφώνομαι με τις αποφάσεις της πλειοψηφίας. Είμαι ελεύθερος εάν μπορώ να συμμετέχω πραγματικά σε όλες τις λήψεις αποφάσεων, σε όλες τις νομοθετικές πράξεις, κ.λπ.». Δηλαδή η ελευθερία είναι η πραγματική συμμετοχή στη λειτουργία και τις ενέργειες των πολιτικών αρχών, που είναι εγγυημένη, διασφαλίζεται και προωθείται από τους ίδιους τους θεσμούς με αποτελεσματικό τρόπο κι όχι μόνο στα χαρτιά. Κι αυτό «ο μέγας στοχαστής της αρχαιότητας» – όπως αποκαλούσε τον Αριστοτέλη ο Μαρξ – το ήξερε καλά, δεδομένου ότι όριζε τον πολίτη ως εκείνον που είναι ικανός να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί. Και οι δύο όροι είναι εξίσου σημαντικοί και σας ζητώ να το συλλογιστείτε.

Comments